Τι μέλλει γενέσθαι

 
 

Μιας και οι συγγραφικές μου μέρες οδεύουν προς το τέλος τους (“κλειστό λόγω διακοπών”), θα προσπαθήσω να κάνω έναν απολογισμό της κατάστασης και μία πρόβλεψη σχετικά με το εγγύς μέλλον.

Η σαπουνόπερα

Τα τελευταία δυόμισι χρόνια έχουμε ζήσει μία κατάσταση που μοιάζει με πετυχημένο τούρκικο σήριαλ: κάθε επεισόδιο είναι δραματικό, αλλά είναι απλά μία ακόμα παραλλαγή του ίδιου πάντα σεναρίου. Η χώρα βρίσκεται στο χείλος του γκρεμού, οι “εταίροι” μας επεμβαίνουν με μία λύση που διαφημίζεται ως “οριστική”, αλλά κάθε φορά αποδεικνύεται (το λιγότερο) ανεπαρκής, η οικονομία της χώρας ασφυκτιά λόγω των περικοπών που της επιβάλλουν, όλοι αγανακτούν που η Ελλάδα δεν καταφέρνει να κάνει τις απαραίτητες “μεταρρυθμίσεις” για να πιάσει τους “στόχους”, πράγμα που καθιστά απαραίτητη νέα επέμβαση των “εταίρων” και πάει λέγοντας.

Η συνήθης δικαιολογία είναι το “πρόγραμμα” δεν δουλεύει επειδή δεν το εφαρμόζει σωστά η Ελλάδα. Το ίδιο τροπάριο υιοθετεί και ο νέος υπουργός οικονομικών, ο οποίος δηλώνει σε συνέντευξή του ότι “Το ελληνικό πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής είναι εκτός στόχων”. Όλως παραδόξως, λίγες μέρες αργότερα το ίδιο το υπουργείο του ανακοίνωσε στοιχεία σύμφωνα με τα οποία το πρωτογενές έλλειμμα “διαμορφώθηκε στα 3,152 δισ. ευρώ έναντι στόχου για 5,267 δισ. ευρώ”, δηλαδή όχι μόνο δεν υπερβαίνει τον “στόχο”, αλλά είναι κατά €2+ δις μικρότερο! Κατά συνέπεια, είτε το υπουργείο έκανε σοβαρό λάθος κατά την ανακοίνωση των στοιχείων, είτε ο υπουργός απλά παπαγαλίζει το ποιηματάκι που τον έβαλαν να λέει.

Στην πραγματικότητα η Ελλάδα έχει κάνει πάρα πολλά στον τομέα του περιορισμού δαπανών: μείωση του πρωτογενούς ελλείμματος κατά €20 δις ή 8.2% του ΑΕΠ, εξόδων κατά 17%, μισθών κατά 30%. Αλλά το μόνο που έχει δει ως αποτέλεσμα είναι η ύφεση. Κάθε φορά μας λένε ότι υπάρχει κάτι που δεν κάναμε (π.χ. απελευθέρωση ταξί, ιδιωτικοποιήσεις) και ότι για τον λόγο αυτό δεν υπάρχει πρόοδος. Όμως αυτό δεν είναι αλήθεια. Τίποτε από όλα αυτά που δήθεν δεν κάναμε δεν είναι ικανό να αντιστρέψει την ύφεση.

Είναι από σχεδόν όλους παραδεκτό ότι το “πρόγραμμα” είναι πολύ δύσκολο (εάν όχι αδύνατο) να δουλέψει και αυτό για τους λόγους που έχω ήδη εξηγήσει: δεν μπορείς να κόβεις το φαΐ του τζίτζικα και να περιμένεις ότι αυτός θα αποδώσει περισσότερο (το μόνο που μπορείς να του κόψεις είναι οι... τζιτζικίνες). Η λιτότητα είναι αυτή που σκοτώνει την οικονομία, όπως εδώ και καιρό επισημαίνει ο Κρούγκμαν: “η περικοπή των [κρατικών] δαπανών σε μια οικονομία που βρίσκεται σε ύφεση επιφέρει ακόμη μεγαλύτερη ύφεση, και αν δεν είναι απαραίτητο, δεν πρέπει να το κάνεις - θα πρέπει να περιμένεις μέχρι η οικονομία να είναι πιο δυνατή. ... Είναι ένας κεϋνσιανός κόσμος.” Το διάγραμμα που παραθέτει είναι επίσης πολύ χαρακτηριστικό των συνεπειών που έχει η λιτότητα σε όλες τις οικονομίες του “προγράμματος”, συνέπειες που δεν μπορούν να αποδοθούν στην ανεπάρκεια της ελληνικής κυβέρνησης.

Πέρα από την αδυναμία της λιτότητας να βγάλει μία οικονομία από την κρίση, πολλές άλλες παράμετροι του “προγράμματος” είναι προς τη λάθος κατεύθυνση. Σύμφωνα με το Σπήγκελ, το πρόβλημα είναι ότι το πακέτο σωτηρίας δεν είναι προσαρμοσμένο στις ανάγκες του ελληνικού λαού, αλλά σε αυτές των διεθνών “αγορών”, δηλαδή των τραπεζών. Επίσης, σύμφωνα με την Ιντιπέντεντ, η χρεωκοπημένη Ελλάδα αγοράζει πιο πολλά Γερμανικά όπλα από οποιαδήποτε άλλη χώρα, ωστόσο αυτό που της ζητάν η Γαλλία και η Γερμανία είναι περικοπές σε μισθούς, συντάξεις και κοινωνικές παροχές (όπως υγεία), με τις αγορές εξοπλισμών να συνεχίζονται αμείωτες. Το 2010, ξόδεψε €7,1 δις από €6,24 δις το 2007. Από τα ποσά που ξοδεύει, 42% πηγαίνουν στην Αμερική, 22,7% στη Γερμανία και 12,5% στη Γαλλία. Την περίοδο 2006-2010 η Ελλάδα απορρόφησε 15% της γερμανικής παραγωγής (καλύτερος πελάτης) και 12% της γαλλικής (καλύτερος ευρωπαίος πελάτης, τρίτος καλύτερος παγκοσμίως). Εάν θέλεις να περικόψεις έξοδα, αυτά που βγαίνουν από τη χώρα (όπως οι εξοπλισμοί, για τους οποίους δεν έχουμε δική μας βιομηχανία) είναι το καλύτερο μέρος για να αρχίσεις. Αυτά τα χρήματα δεν θα λείψουν από κανέναν στην χώρα σου, δεν θα μειώσουν τη ζήτηση στην ντόπια αγορά και δεν θα δημιουργήσουν περαιτέρω ύφεση.

Ένα άλλο πρόβλημα που προσπαθεί να αντιμετωπίσει το “πρόγραμμα” είναι η “ανταγωνιστικότητα” της χώρας. Αυτή προσπαθούν να τη βελτιώσουνε κυρίως με μείωση των μισθών των εργαζομένων (κατάργηση συλλογικών συμβάσεων, μείωση κατώτατου μισθού) και της φορολογίας επιχειρήσεων (ακόμα και με τη δημιουργία “ειδικών οικονομικών ζωνών”). Ωστόσο, η ταύτιση της έλλειψης ανταγωνιστικότητας με το ύψος των μισθών και της φορολογίας δεν είναι σωστή, αφού σύμφωνα με έρευνα οι παράγοντες αυτοί έχουν πολύ μικρότερη βαρύτητα από πολλούς άλλους για να καταστήσουν μία χώρα ελκυστική για την ίδρυση επιχειρήσεων. Οι κινήσεις αυτές, λοιπόν, δεν είναι τίποτε περισσότερο από μία ακόμα έκφανση του “νεοφιλελεύθερου πειράματος” που αποσκοπεί στη μεγιστοποίηση του κέρδους των κεφαλαιούχων/επενδυτών.

Όσο δεν αντιμετωπίζονται τα πραγματικά προβλήματα της οικονομίας της χώρας (υπερβολικά ελλειμματικό ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, έλλειψη ρευστότητας, κρίση εμπιστοσύνης), αλλά αντιθέτως τα εφαρμοζόμενα “μέτρα” ρίχνουν λάδι στη φωτιά, η κρίση θα βαθαίνει και η οικονομία θα καταβαραθρώνεται.

Το θέατρο του παραλόγου

Φυσικά θα αναρωτηθεί κανείς: “Δεν το γνωρίζουν αυτό οι ευρωπαίοι πολιτικοί και η Τρόικα; Γιατί επιμένουν στην ίδια πολιτική;” Το πιο πιθανό είναι ότι το γνωρίζουν, αλλά υπάρχουν και άλλοι παράγοντες, κυρίως πολιτικής φύσης, που τους ωθούν να επιμένουν στη λάθος συνταγή. Ίσως η πιο χαρακτηριστική ατάκα σχετικά με το πλάνο που ακολουθείται είναι το απόσπασμα από την τηλεοπτική σειρά “Μάλιστα, κύριε Υπουργέ” που παραθέτει (πάλι) ο Κρούγκμαν:

“Κάτι πρέπει να κάνουμε.
Αυτό είναι κάτι.
Άρα πρέπει να το κάνουμε.
”

Το βασικό στην πολιτική είναι να δείχνεις ότι κάνεις κάτι, ό,τι και νά ’ναι αυτό. Στη συγκεκριμένη περίπτωση της κρίσης, το πιο απλοϊκό που μπορεί να σκεφτεί κανείς για την αντιμετώπιση των ελλειμμάτων είναι η λιτότητα και αυτό ακριβώς είναι που επιλέγεται. Και μολονότι η λιτότητα έχει (χωρίς εξαίρεση) οδηγήσει σε τέτοια ύφεση που ακυρώνει οποιαδήποτε πρόοδο έχει επιτευχθεί, η απάντηση είναι... όλο και περισσότερη λιτότητα με την ελπίδα (?) ότι αυτή τη φορά θα γίνει κάποιο θαύμα και δεν θα προκληθεί ύφεση. Όπως λέει και ο νομπελίστας οικονομολόγος: “Ο θρίαμβος της ελπίδας επί της εμπειρίας”.

Στην πραγματικότητα, όλοι γνωρίζουν ότι οι πραγματικές λύσεις είναι περιορισμένες: είτε θα υπάρξει στήριξη του νότου ώστε να αναπτυχθεί και να ισοσκελίσει το έλλειμμα συναλλαγών με το βορρά είτε θα χωρίσουν τα τσανάκια τους και θα ισοσταθμίζονται με τον παλιό καλό τρόπο (υποτίμηση του εθνικού νομίσματος και αυτοχρηματοδότηση των ελλειμμάτων).

Η πρώτη λύση, όπως είναι φυσικό, δεν είναι και πολύ αρεστή στον βορρά. Εφόσον κέρδιζε μέχρι τώρα από το κοινό νόμισμα και συνεχίζει να κερδίζει (αν και με διαφορετικό τρόπο), δεν βλέπει το λόγο να αλλάξει κάτι, πολύ δε λιγότερο να παράσχει υποστήριξη στο νότο, τον οποίο εδώ και τρία χρόνια συκοφαντεί και κατηγορεί ως μόνο υπαίτιο. Για τα μακροπρόθεσμα οφέλη μια τέτοιας στήριξης είναι πολύ δύσκολο να πεισθεί ο βορειοευρωπαίος ψηφοφόρος, που (όπως και οι περισσότεροι ψηφορόροι) δεν μπορεί να δει πιο πέρα από την επόμενη εβδομάδα. Μόνο όταν αρχίσει η επιδείνωση και στις βόρειες χώρες, υπάρχει περίπτωση να (συγ)κινηθεί η κοινή γνώμη και εκεί, αν και είναι πιο πιθανόν να φουντώσει το μίσος κατά των ακαμάτηδων νότιων που τους “έφαγαν τα λεφτά” και τους οδήγησαν στην καταστροφή.

Η δεύτερη λύση είναι ελάχιστα δημοφιλής στο νότο, κυρίως λόγω της πολύ δύσκολης κατάστασης στην οποία αυτός βραχυπρόθεσμα θα περιέλθει. Αντί να χρειάζεται να αντιμετωπίσει μία τόσο δύσκολη κατάσταση, η εκάστοτε κυβέρνηση προτιμά απλά να πετάει την καυτή πατάτα στην επόμενη, να κρύβεται πίσω από την Τρόικα προσποιούμενη ότι δεν υπάρχει άλλη λύση και να εφαρμόζει τις παράλογες πολιτικές αυτής που είναι ο εύκολος δρόμος, ειδικά όταν την πληρώνουν τα συνήθη θύματα.

Η κρυστάλλινη σφαίρα

Διακυνδινεύοντας, με βάση τα παραπάνω, μία πρόβλεψη για το προσεχές μέλλον, θα έλεγα ότι αυτό είναι μάλλον προδιαγεγραμμένο: το ίδιο σήριαλ θα συνεχιστεί μέχρις ότου να μην υπάρχει δυνατότητα για καμία άλλη λύση πέρα από τις δύο προαναφερθείσες. Δυστυχώς, η πρώτη λύση που θα ήταν και η βέλτιστη σκοντάφτει στην “ηθική διάσταση” του προβλήματος και στο αρνητικό κλίμα που έχει δημιουργηθεί, σε τέτοιο βαθμό που είναι δύσκολο να ανατραπεί. Η δεύτερη λύση είναι πολύ πιο πιθανή και ίσως πολύ πιο κοντά από ό,τι θα θέλαμε να πιστέψουμε.

Τουλάχιστον για την Ελλάδα τα σημάδια είναι όλο και πιο ευδιάκριτα. Το Βερολίνο φαίνεται να προετοιμάζει το έδαφος, κρατώντας “σκληρή στάση” απέναντι στην Ελλάδα και αντιμετωπίζοντάς την σαν τον κακό μαθητή της τάξης, επαναλαμβάνοντας σαν χαλασμένο γραμμόφωνο την κατηγορία της μη τήρησης των συμφωνηθέντων (κάτι στο οποίο έχει βρει σύμμαχο στο πρόσωπο του νέου υπουργού οικονομικών, όπως είδαμε παραπάνω).

Χαρακτηριστικές είναι και οι δηλώσεις του αντικαγκελάριου της Γερμανίας, ο οποίος προσποιείται ότι χάνει την υπομονή του με τους απείθαρχους και απαιτητικούς Έλληνες (ίσως να παίζει ρόλο στην αψιθυμία του το ότι δεν εκφράζει πια περισσότερο από 5% του γερμανικού εκλογικού σώματος).

Μη αξιωματούχοι μιλούν πιο ξεκάθαρα, όπως ένας γερμανός καθηγητής οικονομικών που (με περισσή δόση αλτρουισμού) δηλώνει, ότι “Συνιστά σκληρή πραγματικότητα το γεγονός ότι η Ελλάδα θα έχει πάντα προβλήματα εντός της ευρωζώνης. Ήδη η χώρα υποφέρει και θα πρέπει κανείς να σκεφθεί εναλλακτικούς τρόπους για να κρατήσει τη χώρα στην Ευρώπη και να ισχυροποιήσει την Ε.Ε. και όχι κατ' ανάγκην να επιμένει τόσο δογματικά να κρατήσει στην ευρωζώνη μια χώρα που συμμετέχει στο ευρωπαϊκό ΑΕΠ με το 2,6%”. Παρότι δεν έχει άδικο, αφού πριν την υιοθέτηση του σκληρού ευρώ τη χώρα προστάτευε από τον... εαυτό της ο “επάρατος” θεσμός της δραχμής, η επιλογή της συγκεκριμένης χρονικής στιγμής σε συνδυασμό με την πρόκριση της λύσης “πονάει κεφάλι, κόψει κεφάλι” (τη στιγμή μάλιστα που αναγνωρίζει ότι “Έχει βάση το επιχείρημα που θέλει τα μέτρα λιτότητας να πνίγουν την ανάπτυξη”), δημιουργούν την υποψία ότι απλά εκφράζει μία πιο φιλελληνική πλευρά της προειλημμένης απόφασης για Grexit.

Τον περασμένο Νοέμβριο, ο Ρουμπινί αποκάλυπτε ότι “το σχέδιο του ΔΝΤ και της Γερμανίας για την Ελλάδα είναι να στηριχθεί για τόσο χρονικό διάστημα όσο να είναι έτοιμος ένας μηχανισμός διάσωσης της Ιταλίας και της Ισπανίας και μέχρι τότε, όταν πια θα είναι προφανές πως τα μέτρα λιτότητας δεν πετυχαίνουν, η Ελλάδα να αφεθεί να πτωχεύσει”, γεγονός που τοποθέτησε στο τέλος του τρέχοντος έτους. Με βάση τα παραπάνω, η πρόβλεψη αυτή δεν δείχνει καθόλου ανεδαφική.

Η περίπτωση της Ελλάδας είναι ίσως η πιο εύκολη (υποθέτω ότι σε σχέση με τα “τεχνικά”, δηλαδή νομικά, προβλήματα της εξόδου, απλά θα κάνουν όλοι τα στραβά μάτια), αφού μετά το PSI+ και τη νέα δανειακή σύμβαση η χώρα έχει απεμπολήσει και τα τελευταία στοιχειώδη δικαιώματα που είχε ως εθνικά κυρίαρχη χώρα: το χρέος έχει περάσει κατά πολύ μεγάλο μέρος στα χέρια θεσμικών φορέων, έχει υπαχθεί σε αγγλικό δίκιο, έχει σχεδόν αποκλειστεί η “δραχμοποίησή” του και η χώρα “αμετάκλητα και άνευ όρων παραιτείται από κάθε ασυλία που έχει ή πρόκειται να αποκτήσει, όσον αφορά τ[η]ν ίδι[α] ή τα περιουσιακά τ[ης] στοιχεία”. Σε περίπτωση εξόδου, η λεηλασία της κρατικής περιουσίας από τους νέους κατόχους του ελληνικού χρέους (δηλαδή τους “εταίρους” μας και την Τρόικα), και μάλιστα σε τιμές υποτιμημένες, δείχνει αναπόφευκτη.

Εικάζω μάλιστα ότι η εκτίμηση του Ρουμπινί σχετικά με τη χρονική στιγμή της πτώχευσης ίσως είναι γενναιόδωρη. Είναι προς το συμφέρον της τρέχουσας κυβέρνησης να μην έχει περάσει πολύς χρόνος που θα είναι στην εξουσία, ώστε να μπορεί να επικαλεστεί την αδυναμία επαναφοράς του “εκτροχιασμένου” τρένου της οικονομίας σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα και να μπορεί να υποδείξει ως υπαίτιους τον Παπανδρέου, τον Παπαδήμο, την (πα)παρατεταμένη προεκλογική περίοδο και, φυσικά, τον... Τσίπρα. Από τον Σεπτέμβριο που θα έχει εκδικαστεί η συνταγματικότητα του ESM (του μηχανισμού στήριξης που αναφέρει ο Ρουμπινί), ο δρόμος (της δραχμής) θα είναι ανοιχτός και τα σκυλιά (=ελληνική δημόσια περιουσία) δεμένα.

Ενδέχεται, βέβαια, οι εξελίξεις να τους προλάβουν και να ανατρέψουν τα δεδομένα. Αυτό δεν το βλέπω να γίνεται ούτε στην Ελλάδα, αλλά ούτε σε κάποια από τις άλλες “μνημονιακές” χώρες. Η μόνη χώρα που συγκεντρώνει πιθανότητες να ανατρέψει την κατάσταση είναι αυτή που περιμένει στην ουρά για “σωτηρία”, δηλαδή η Ιταλία. Η πρόσφατη “επιτυχία” του Μόντι να υποχρεώσει την Μέρκελ σε παραχωρήσεις δεν ήταν τίποτε άλλο από μία “αποστολή αυτοκτονίας” εκ μέρους του, αφού ήταν ο μόνος τρόπος για να αποτραπεί η ανατροπή του από τα κόμματα που τον στηρίζουν. Το κλίμα στην Ιταλία είναι έντονα αντιμνημονιακό και ευρωσκεπτικιστικό. Το νέο κόμμα που ίδρυσε ο κωμικός (!) Μπέπε Γκρίλο (κάτι σαν τον Λαζόπουλο δηλαδή) διεκδικεί γύρω στο 20% στις δημοσκοπήσεις και καταφέρεται εναντίον του ευρώ (όπως τουλάχιστον το ξέρουμε). Ο μπούγκα-μπούγκα πρώην πρωθυπουργός της Ιταλίας ετοιμάζει τη θριαμβευτική επάνοδό του. Έχει ήδη καταφερθεί κατά της τροϊκανής θεραπείας, έχει προβάλει την ιδέα μίας “απογερμανισμένης” (!) Ευρωζώνης και, παρά την αποκύρηξη της απειλής “ή μας τυπώνετε χρήματα ή την κάνουμε από την Ευρωζώνη”, επανήλθε με νέες δηλώσεις υπέρ της ιταλικής εξόδου.

Δεν αποκλείεται το κυριότερο ζήτημα στις επόμενες ιταλικές εκλογές (οι οποίες μπορεί και να πραγματοποιηθούν πολύ πριν την προγραμματισμένη ημερομηνία του Απριλίου του επόμενου έτους, ειδικά εάν ο Μπερλουσκώνει “ανατρέψει” τον Μόντι) να είναι η έξοδος από το Ευρώ ή τουλάχιστον η απειλή της εξόδου, σε περίπτωση επιμονής του Βερολίνου στις υφεσιακές πολιτικές της Τρόικα.

Εν τω μεταξύ, εμείς θα έχουμε μείνει είτε με τη δραχμή στο χέρι (και με μόνη περιουσία το βρακί που φοράμε), είτε με τον ΣτουρνΑΡΑ.

Μόναχο, 18 Ιουλίου 2012

Άγγελος Κανλής

Τετάρτη, 18 Ιουλίου 2012

Quo Vadis?

 
 
Made on a Mac

ΕΠΟΜΕΝΗ >

< ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΗ